Ομιλία αυτόχειρος
γραμμένη λίγο πριν από το μοιραίο διάβημα.
Φίλοι! Στέκω τούτη τη στιγμή μπροστά στην αυλαία,
έτοιμος να την σηκώσω για να ιδώ αν πίσω
της τα πράγματα είναι πιο ήσυχα απ’ ό, τι εδώ. Δεν
πρόκειται για κάποια κρίση μαύρης απελπισίας,
ξέρω πολύ καλά πως θα τραβήξει από δω κι εμπρός
η αλυσίδα των ημερών μου βλέποντας τους λίγους
της κρίκους που έζησα ίσαμε τώρα. Κουράστηκα
και δεν μπορώ να πάω παραπέρα, εδώ που είμαι
θέλω να ξεπνοήσω για τα καλά, ή τουλάχιστον να
περάσω τη νύχτα. Να, Φύση, ξαναπάρε το υλικό
μου ξαναζύμωσ’ το μέσα στη μάζα των όντων,
κάμε από δαύτο ένα θάμνο, ένα σύννεφο, ό, τι θέλεις,
ακόμα κι έναν άνθρωπο, όμως μην ξαναφτιάξεις
εμένα. Ας είναι καλά η φιλοσοφία, γιατί χάρη
σ’ αυτήν την ώρα τούτη δεν ταράζουν τον ειρμό
των σκέψεων μου οι ανοησίες των ευσεβών. Αυτό
ήταν, ούτε σκέφτομαι ούτε και φοβάμαι τίποτε·
ωραία, ας σηκωθεί η αυλαία!
Επιλογή από τα Sudelbucher. ΛΙΧΤΕΝΜΠΕΡΓΚ.